Περιλήψεις

 

ΕΜΠΟΡΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ.

ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΤΙΚΟΥ ΜΝΗΜΕΙΑΚΟΥ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ




Δρ Ελένη Γ. Γαβρά
Επίκ. Καθ. Τμ. Βαλκανικών Σπουδών, Πανεπ/μιο Δυτικής Μακεδονίας
egavra@uowm.gr

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ



Η απελευθέρωση της ναυσιπλοΐας στο Δούναβη, στα 1856, σήμανε ιδιαίτερα για την περιοχή της Δοβρουτσάς και κυρίως για τις πόλεις – λιμάνια Βραΐλα, Κωστάντζα, Τούλτσεα, όπως και για τον παραδουνάβιο σταθμό του Γαλατσίου στη Μολδαβία (σημερινή Ρουμανία), την αρχή της επαναδραστηριοποίησης του εμπορίου μέσω της Μαύρης Θάλασσας και την ακμή των αστικών αυτών συγκεντρώσεων. Στις πόλεις αυτές, οι Έλληνες χρηματοδότησαν και κατασκεύασαν ναούς, σχολεία, ιδρύματα κοινής ωφέλειας, δημιούργησαν επιχειρήσεις, έκτισαν κατοικίες με αξιόλογη ποιότητα, ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική και σημαίνουσα θέση στον αστικό ιστό.
Η επιχειρηματική αυτή και πολιτισμική παρουσία των Ελλήνων, που εντοπίζεται στα δυτικά παράλια του Ευξείνου Πόντου με επεκτάσεις προς την ενδοχώρα, μπορεί να θεωρηθεί συνέχεια εκείνης που προϋπήρξε στον ευρύτερο χώρο περί την Μαύρη Θάλασσα πριν από τους Ρωσοτουρκικούς Πολέμους.
Σ’ αυτούς τους παράλιους εμπορικούς σταθμούς, όπου διέπρεψαν οι Έλληνες, στις παραδουνάβιες περιοχές της Δοβρουτσάς ή και της Μολδαβίας, εκεί όπου οι μεταφορές προτύπων από τη γειτονική Μικρά Ασία ή τα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου Πελάγους δημιουργούν τάσεις και επιρροές στην αρχιτεκτονική έκφραση, πρωτίστως φαίνεται να επιχωριάζει ο νεοκλασικισμός.
Εξάλλου, η χρονικά πρωθύστερη ελληνική παρουσία στην ηπειρωτική Τρανσυλβανία και η δραστηριοποίηση των Ελλήνων εμπόρων μέσω των «κομπανιών» στο χερσαίο εμπόριο της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, καταδεικνύει την αδιάλειπτη συνέχεια και το γεωγραφικό εύρος της παρουσίας των Ελλήνων, εκτός άλλων και στο χώρο της σημερινής Ρουμανίας.
Στη Βλαχία, εν τω μεταξύ και ειδικότερα στο Βουκουρέστι, η αρχιτεκτονική κληρονομιά που συνδέεται με την ελληνική παρουσία εκφράζεται με έναν πλουραλισμό μορφών και τύπων. Αυτή η πληθωρικότητα ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως.
Σήμερα, σε μια προσπάθεια «ανάγνωσης» του αστικού χώρου αναφοράς, διακρίνουμε ποικιλία μορφών και εκφάνσεων, μέσω των οποίων οι Έλληνες εμπορευόμενοι και μαικήνες εκφράστηκαν. Στην εισήγηση παρουσιάζεται η «χαρτογράφηση» / «αποτύπωση» του μνημειακού αυτού οικιστικού αποθέματος ελληνικού ενδιαφέροντος και αναφοράς στη Ρουμανία, ως αποτέλεσμα έρευνας διμερούς διεπιστημονικής συνεργασίας.